- Σεσού
- Ιάπωνας ζωγράφος (Ακαχάμα, Μπίτσου 1420 - ναός του Νταϊκιάν, κοντά στη Μασούντα, Ιουάνι 1507). Μαθητής του Σουμπούν, ήταν ο μεγαλύτερος δάσκαλος της ζωγραφικής με σινική μελάνη της περιόδου Μουρομάτσι (1333 - 1573) και ένας από τους μεγαλύτερους όλης της ανατολικής Ασίας. Σε ηλικία 13 ετών μπήκε στο ναό Χοφουκου(τζί) (Τζι = βουδιστικός ναός) της βουδιστικής σχολής Ζεν, ως μαθητευόμενος και έδειξε γρήγορα μεγαλύτερη κλίση προς τη μελέτη της ζωγραφικής παρά προς τη μελέτη της θρησκείας. Το 1467, συνοδευόμενος από το μαθητή του Σουγκέτσου, πήγε στην Κίνα, όπου έμεινε δυο χρόνια, κατά τα οποία φιλοξενήθηκε στο μοναστήρι Τιεν-τ’ουνγκσάν (Βουνά στα ανατολικά του ουρανού), κοντά στο Νινγκ-πο και ταξίδεψε από τη λεκάνη του Γιανγκ - τσε ως το Σανγκτούνγκ και το Πεκίνο (πρωτεύουσα των Μινγκ). Μελέτησε και αντέγραψε τα έργα των ζωγράφων Σανγκ και Γυάν, γνώρισε και ίσως έγινε μαθητής του Τσανγκ Γιου-σενγκ και του Λι Τσάι. Με παραγγελία του Κινέζου αυτοκράτορα Τσου Τσιέντσεν (Τα’ ενγκ Χουά) - πρόπαπο της δυναστείας των Μινγκ, - ζωγράφισε τοιχογραφίες στην αίθουσα τελετών των αυτοκρατορικών ανακτόρων του Πεκίνου. Γυρίζοντας στην Ιαπωνία, (1469), πλούσιος με την κινεζική ζωγραφική πείρα (και ιδιαίτερα με τα αντίγραφα των έργων του Σια Κουέι και του Λι T’ ανγκ που είχε κάμει) ζωγράφισε τοπία που, αν και εμπνευσμένα στη δομή τους από τα έργα των ζωγράφων των νότιων Σουνγκ, δείχνουν την πρωτότυπη επεξεργασία και την ισχυρή προσωπικότητα του Σεσού.
Σεσού: «Πάπια σε λίμνη», λεπτομέρεια από έγχρωμο πίνακα σε χαρτί (Συλλογή Μαέντα - Κόκκα, Τόκιο).
Dictionary of Greek. 2013.